Get Even More Visitors To Your Blog, Upgrade To A Business Listing >>

Νικαράγουα 3


  Λαθραία συναισθήματα
Η μοτοσυκλέτα του Γκάς   ξεχύνοντας στους δρόμους της πόλης.
Έπαιρνε τον  δρόμο που οδηγούσε προς το αεροδρόμιο  στην έξοδο της και από εκεί έστριβε  και ανηφόριζε  προς  τα πρώτα  χωριά που  βρισκόταν  πάνω  στον λόφο. 
Κατεβαίνοντας  τον λόφο έμπαινε  στην ευθεία για  τα  πρώτα  παραθαλάσσια κοντινά χωριά 
Στο πρώτο χωριό πάρκαρε την μηχανή του κάπου  απόμερα μέσα σε ένα καλντερίμι και βάδισε με τα πόδια  μέχρι  την ταβέρνα
Όταν έφτασε απ έξω κοντοστάθηκε και  προσπαθώντας να μην γίνει ορατός απ το εσωτερικό της  παρατηρούσε  εκείνην
Καθόταν με τον άντρα της και τρώγανε
Έμοιαζε τόσο ευτυχισμένη
Του μιλούσε, του  χαμογελούσε
Κάποια  στιγμή  ήπιαν λίγο  κρασί και φιληθήκανε

Ο  νυχτερινός  ουρανός  έδινε τις  πρώτες  βροντές του προμηνύοντας  την έλευση   της βροχής
Έσκυψε το κεφάλι και  έκανε μεταβολή
Κάποιος  περαστικός χωριάτης  κοντοστάθηκε και τον ρώτησε
-Ψάχνετε κάτι;
-Όχι...τίποτα...ευχαριστώ
Βάδιζε προς το καλντερίμι όπου είχε παρκάρει την μηχανή του
Είχε  ήδη ξεκινήσει να  ψιχαλίζει
Ανέβηκε στην μηχανή, άναψε τσιγάρο, έβαλε μπροστά   και ξεκίνησε  για την επιστροφή του στην πόλη
Στον δρόμο τον έπιασε  η βροχή όμως  δεν νοιαζόταν τόσο πολ΄'υ
Μέσα του έκαιγε. Συνέχιζε  να καίει  η  φλόγα του για αυτήν όπως την πρώτη  φορά που  την είχε δει
Έφτασε  στο κέντρο της πόλης
Πάρκαρέ την μηχανή και  μπήκε  σε  ένα μικρό μπαρ που του άρεσε να συχνάζει κυρίως για την ηρεμία  που πρόσφερε
Εκεί μέσα αντίκρισε  στο τραπέζι που συνήθως καθόταν μόνος  του τον Λευτέρη να  του χει πιάσει την θέση
-Δεν βαρέθηκες  τόσα  χρόνια; τον ρώτησε
-Τι κάνεις εσύ εδώ; Δεν θα πρεπε να ήσουν στο μαγαζί; ανταπάντησε με ερώτηση ο  Γκας
-Δευτέρα  σήμερα. Έχουμε ρεπό. Άσε με όμως εμένα. Εσύ δεν βαρέθηκες;
Ο Γκας έκατσε    στο τραπέζι απέναντι του και δεν μίλησε
-Αγάπη  χωρίς ανταπόκριση..., μονολόγησε ο Λευτέρης
-Τι να κάνουμε; Αυτή μας έλαχερ
-Η παντρεμένη; Ήταν ήδη παντρεμένη και ερωτευμένη όταν την γνώρισες , το ξέχασες;
-Τι θέλεις  Λευτέρη;
-Και επίσης  ήταν και παραμένει ερωτευμένη
Ο Γκάς  γύρισε προς το μπαρ και  έψαξε με το  βλέμμα του την σερβιτόρα, όταν την βρήκε φώναξε
-Φώφη; και έκανε νόημα  με το χέρι του  να του φέρει το ποτό  του. Μετά στράφηκε  προς τον Λευτέρη, σκεφτήκατε αυτό που σας είπα;
-Να βάψουμε τα χέρια μας με  αίμα;
-Λευτέρη...πάτε να κάνετε μια επανάσταση. Πιστεύεις πως θα ναι εύκολο με τον σταυρό στο χέρι;
-9 στις 10 δολοφονίες  τις εξιχνιάζουν. Πιστεύεις  θα  υπάρχει μαγαζί και το εγχείρημα που σχεδιάζουμε  αν μας μπουζουριάσουν όλους μέσα;
-Το αν τις εξιχνιάζουν ή όχι άσε να το γνωρίζω καλύτερα
-Οι στατιστικές λένε
-Οι στατιστικές δεν λένε πως αυτοί που τις  διαπράττουν  πως είναι  συνήθως άσχετοι ή ερασιτέχνες
Ο Λευτέρης έμεινε  σκεφτικός
-Έλα πες το , τον πίεσε ο Γκας
-Ωραία  εντάξει. Είναι και το  ηθικό. Πως  παίρνεις μια απόφαση να αφαιρέσεις  μια ζωή, έστω και αυτών   των χασάπηδων;
Ο Γκας κούνησε το κεφάλι του...


20 χρόνια πριν σε ένα υπόγειο οι δυο τους  νεότεροι   κάνανε τον τελευταίο έλεγχο στα όπλα τους
Ο Λευτέρης τον κοίταξε και του είπε
-Όπως τα είπαμε. Μπαίνουμε στην τράπεζα, Παίρνουμε το χρήμα και φεύγουμε. Το  ότι κρατάμε πιστόλια δεν σημαίνει πως πρέπει και να  αφαιρέσουμε ζωή
-Και αν σου βγει μπροστά κάποιος  μπάτσος;
-Ρίχνουμε στον αέρα
-Καλά
-Γκας, συμφώνησα να  μπω σε αυτό το τριπάκι  με  τον όρο να μην πάθει κανείς τίποτα
Ο Γκάς  τον κοίταξε στα μάτια. Μετά κούνησε δεκτικά  το  κεφάλι του  και του είπε
-Αν βγει κάποιος  παληκαράς ή μπάτσος μπροστά  ρίχτου στα πόδια
-Γκας;
-Στα πόδια  δεν  θα  πάθει τίποτα. Το πολύ να κάτσει δυο βδομάδες νοσοκομείο και να πάρει  δυο χρόνια αναρρωτική φουλ πληρωμένη  άδεια. Θα μας ευχαριστεί κιόλας από μέσα του  που  φροντίσαμε να κάθεται και  τον πληρώνουν με τα λεφτά  του λαού.Άηντε
-Και αν εξοστρακιστεί;
-Και αν μας μπουζουριάσουνε; Εγώ  φυλακή φίλε δεν πάω


Ο Λευτέρης  κοιτούσε  στο  ήσυχο μπαρ τον Γκας και  θυμήθηκε εκείνη τους την  μέρα
-"Εγώ  φυλακή  φίλε δεν πάω" , είχες πει  τότε και 3 ώρες αργότερα μου έλεγες να την κοπανήσω  και να παραδοθείς  εσύ για να  θολώσεις τα νερά
-Τι τα θυμάσαι; Κύλησε  πολύ νερό στον μύλο τότε
-Θα  έπρεπε  ίσως να  ήμουν εγώ στην θέση σου
-Εσύ  έπρεπε να μείνεις έξω για να στήσεις το Νικαράγουα. όλα έγιναν όπως έπρεπε. Και  τώρα θα γίνουν όπως πρέπει
-Τι σε κάνει  να το λες αυτό με τόση σιγουριά;
-Η εμπειρία  20 ετών. 10 στην φυλακή  και 10 στην δούλεψη  φονιάδων
-Είσαι σίγουρος;
-Όπως σε  βλέπω και με βλέπεις
Ο Λευτέρης κούνησε το κεφάλι
-Είναι κάτι που  ήθελα να σε  ρωτήσω  εδώ και καιρό, είπε ο Γκάς, αν θέλεις  μου λες βέβαια
-Σε σένα; ότι θέλεις  αδερφέ
-Ήμουν  μέσα βέβαια όμως  απ όσο μπορούσα να πληροφορηθώ μετά  την ληστεία για 3 χρόνια  έιχες εξαφανιστεί. Που ήσουν;
Ο Λευτέρης  κατέβασε μια γερή γουλιά  απ  το ποτό του και το βλέμμα του  ταξίδεψε  για μερικές στιγμές
-Καλά άστο, είπε ο Γκας
-Στην Βεγγάζη
-Στην Βεγγάζη;
-Στην Βεγγάζη

όνειρα στην Βεγγάζη



-Η Λιβύη του κραταιού ακόμη εκείνη την εποχή Καντάφι ήταν ένα  πολύ επικίνδυνο  μέρος, άρχισε να διηγείται ο Λευτέρης, όμως ήταν  μαζί και ένας υπέροχος τόπος.Δεν ξέρω πως να το περιγράψω. Ο συνεχής θόρυβος στον δρόμο, οι Χότζηδες στα  τζαμιά,το άρωμα στην ατμόσφαιρα
Όλα σε εκείνη την πόλη  ήταν  ωραία. Ακόμη και οι ασχήμιες της όμορφες ήταν
Μετά τα όσα έγιναν εδώ έπρεπε να  την κάνω για λίγο. 
Η Βεγγάζη μου προέκυψε. Σχεδίαζα  να στήσω το Νικαράγουα  και  έμαθα πως  μια  υπέροχη Λιβανέζα  χορεύτρια και τραγουδίστρια   δούλευε σε κάποιο κέντρο την  Βεγγάζη
Χρήμα  υπήρχε και σκέφτηκα να κατέβω   να την πείσω να έρθει να δουλέψει   για μένα
Ούτε ατζέντηδες , ούτε προσβάσεις σε κυκλώματα ...τίποτα δεν ήξερα για αυτά. Μαύρα μεσάνυχτα. Και  στα μαύρα μεσάνυχτα έχεις μόνο όνειρα και γω είχα  όνειρο να στήσω το Νικαράγουα
Η Λέηλα λέγανε  ήταν η καλύτερη εκείνη την εποχή και γω  κατέβηκα να  φέρω εδώ πάνω την καλύτερη
Το λοιπόν  την  εντοπίζω στην Βεγγάζη . Πάω να της μιλήσω όμως μπαίνει στην μέση  ο Λιβανέζος  ατζέντης της, ένας τύπος  που  "φώναζε" από μακριά για το πόσο λαμόγιο ήταν
Κουβεντιάσαμε μερικά  βράδια με τον τύπο. Μου ζητούσε  τα μαλλιά της κεφαλής του. Τον πούστη μυρίστηκε   πως υπήρχε άφθονο  χρήμα
Ένα  βράδυ  χτύπησε η πόρτα  στο δωμάτιο του ξενοδοχείου που έμενα
Ήταν αυτή. Με πήρε με το τζιπ της και  φύγαμε  για  κάποιο σημείο μέσα στην έρημο. Σε μια όαση που  την ήλεγχε μια φυλή με την οποία  τα είχε καλά
Εκεί που ζήτησε πάση θυσία να την πάρω και απ την Βεγγάζη και απ τον ατζέντη  της
Δεν μο0υ πε παραπάνω
Πριν να ξημερώσει επιστρέψαμε στην Βεγγάζη
Για  ένα μήνα  βρισκόμασταν κρυφά
Ερωτευτήκαμε
όταν κάναμε  έρωτα πρώτη φορά διαπίστωσα τις τσιμπιές στο  σώμα της
-Ηρωίνη;
-Ο τύπος την έκανε πρεζάκι  για να την ελέγχει   απόλυτα
Η κοπέλα  στην απελπισία της μου ζήτησε να την βγάλω απ την Βεγγάζη
-Και τι έκανες;
-Άρχισα να το οργανώνω
Λάδωσα κάποιον   στο προξενείο μας να της βγάλει ελληνικά  χαρτιά. όταν γινόταν αυτό  θα μπαίναμε σε  ένα αεροπλάνο και  φεύγαμε για Αθήνα. Τόσο απλά
-Τόσο απλά
-Το κάνανε  εκείνα τα χρόνια τα λαμόγια των προξενείων  και στον Καύκασο και στην Αλβανία
Ο άλλος  δεν περίμενε ποτέ πως   θα του  τύγχαινε τέτοιο κελεπούρι  στην Βεγγάζη
Εκεί μου φύγε ένας σκασμός λεφτά για να φτιάξει τα  χαρτιά
Εν τω μεταξύ ο ατζέντης  γνώριζε πως  η πρέζα αργά ή  γρήγορα  σκοτώνει και  την Λέηλα  την έβλεπε σαν εμπόρευμα. Σαν αντικείμενο  που  κάποτε θα του μένε στα χέρια απούλητο, έτσι διαπραγματευόταν να την  πασάρει μια πολύ  ισχυρή  συμμορία  που  είχε δικά της  μαγαζιά  στην Μασσαλία; Στην Κορσική; Δεν θυμάμαι. Δεν κατάλαβα καλά
Οι τύποι  πληρώσαν και πληρώσαν καλά για να την αγοράσουν
Μάθανε τελευταία στιγμή πως   θα την κοπανούσαμε
Μπλοκάραν μαζί με διεφθαρμένους Λίβυους  μπάτσους   τις εισόδους  στο αεροδρόμιο και μας περιμέναν
-Τι λες  ρε μαλάκα;
Ο Λευτέρης κούνησε το κεφάλι
-Μπλοκάραν τα πάντα. Δεν μπορούσαμε να  βγούμε απ την πόλη. Αν  καταφέρναμε να πάμε στην όαση οι  βεδουίνοι  θα μας  προστάτευαν
Να  συνεχίσουμε να μένουμε στο ξενοδοχείο δεν υπήρχε περίπτωση.
Τρεις μέρες κοιμόμασταν  στον δρόμο
Σε στενάκια  πίσω από κάδους σκουπιδιών
Την Λέληα  άρχισε να την πιάνει στερητικό. Να τρέμει   μέσα στα χέρια  μου
Της έδωσα  κάτι ηρεμιστικά που είχα  για ώρα ανάγκης και ασπιρίνες αλλά τι να σου κάνουνε; 
Καλά  για φαρμακεία  στην Λιβύη  αστο. Λίγα πράματα και σχεδόν δεν είχαν  τίποτα μέσα
Πάνω στον πανικό μου σκέφτηκα  πως η Κρήτη δεν είναι μακριά. Αν  μπάιναμε σε μια  βενζινάκατο και αν είμασταν τυχεροί σε  μερικές ώρες θα  είμασταν   Γαύδο ξέρω γω
Βρήκα έναν  ψαρά, πληρώθηκε  για να μας   μεταφέρει
Την ώρα που πηγαίναμε στο ραντεβού  μας στην άκρη του λιμανιού, χαράματα πέσαμε πάνω σε μπλόκο
Οι συμμορίτες απ την Γαλλία μας κυκλώσαν μαζί με μερικούς διεφθαρμένους μπάτσους
Πήγαν να πάρουν την Λέηλα, τις πάιξαμε
Εγώ είχα μπουνιές αυτοί είχαν   μαχαίρια
-Στις δώσανε;
-Όταν έπεσα  κάτω  μέσα στα αίματα την αρπάξαν. Αυτή έκλαιγε και φώναζε. Την τραβήξαν μακριά . Την βάλανε μέσα σε μια Μερσεντές  και  εξαφανίστηκε   για πάντα
-Ήταν και το λαμόγιο ο Λιβανέζος μαζί τους;
-Όχι. Φαντάζομαι αυτός τους την πούλησε , πήρε το χρήμα και  την κοπάνησε
Ήρθε από πάνω μου ένας  να με αποτελειώσει όμως ένας απ τους διεφθαρμένους   Λίβυους αστυνομικούς του φώναξε
Απ ότι κατάλαβα  του  είπε πως ήμουν έλληνας υπήκοος, πως ο Καντάφι τα είχε καλά με την Ελλάδα και ένας μαχαιρωμένος  στην Βεγγάζη θα  δημιουργούσε  πρόβλημα και ερωτήσεις
Ο  άλλος επέμενε όμως  οι Λίβυοι τους είπαν πως πήραν  αυτό που θέλαν να με αφήναν  ήσυχο
Έτσι και έγινε
Με πήγαν σχεδόν   ετοιμοθάνατο σε ένα νοσοκομείο τριτοκοσμικό  δηλαδή σαν τα δικά μας εδώ  σήμερα
Γελάσανε
-Οι μπάτσοι  με είχαν απομονωμένο. Οι  γιατροί εκτελέσαν εντολές  των μπάτσων . Να με σώσουν και  να μην μάθει κανείς τίποτα
Μετά με πιέσαν να μην το κάνω θέμα. Και γω  είχα λερωμένη την φωλιά μου εδώ με την ληστεία  δεν είχα  λόγο να το κάνω θέμα
Όταν ανάρρωσα με πακετάρανε και με  στείλανε πίσω
Ρώτησες που είχα  εξαφανιστεί μετά την σύλληψη  σου
-Και δεν έψαξες ποτέ να  την ξαναβρείς;
-Που; Στην Μασσαλία; Στην Κορσική; Εκεί κουμάντο κάνουν οι  ντόπιοι και   γω δεν είχαν και δεν έχω τις δυνάμεις  για να τους   αντιμετωπίσω
-Στην Βεγγάζη λοιπόν απέκτησες την μόνιμη  θλίψη  στο βλέμμα σου;
Την σκέφτεσαι ε;
-Κάθε μέρα
-Και η Ζέτα; Τι σου είναι το κορίτσι;
-Με την Ζέτα είμαστε καλά και την σέβομαι
Δεν της τα χω πει όλα αυτά όμως της έχω πει πως  δεν μπορούμε ακόμη να είμαστε εντελώς μαζί
-Να  μπορέσετε...η ζωή  προχωράει  αδελφέ
-Το λες εσύ που  μου τρέχεις  20 χιλιόμετρα μακριά  για να  δεις μια στιγμή την άλλη με τον άντρα της;
Ο  Γκάς χαμογέλασε
-Τι να πω;  Έχεις δίκιο. Οι άνθρωποι εύκολα  δίνουμε  συμβουλές στους άλλους αλλά  δύσκολα τις εφαρμόζουμε όταν  πρόκειται για τους  εαυτούς μας. Τελειώσαν και τα ποτά μας  να παραγγείλουμε άλλη μια  γύρα
-Όχι. Σήκω  
-Από τώρα θα μαζευτούμε σπίτια μας;
-Τρελός είσαι  ρε;  Πάμε να δεις κάτι

Όνειρα μέσα στα σκουπίδια  του  μαχαλά


Ο Λευτέρης  έβγαζε το αμάξι έξω απ την πόλη και  τραβούσε για  δυτικά
Ο Γκας καθότανσ την θέση του συνοδηγού
Ο ήλιος από πίσω τους στα ανατολικά   ξεπρόβαλλε απ το βουνό δειλά  δειλά
-Που πάμε;
-Θα δεις
Το αμάξι πέρασε  πάνω από μια γέφυρα  που είχε από κάτω ένα ποτάμι που  χυνόταν στην θάλασσα
Σε λίγο  έστριψε μέσα σε έναν  χωματόδρομο που κατέληγε σε έναν μαχαλά  τσιγγάνων
Ο κόσμος ήδη είχε  βγει απ τα σπίτια  του και   κινούσε πέρα  δώθε
Οι δυο φίλοι βγήκαν απ το αμάξι και είδαν στο βάθος  τον Αθηνόδωρο   μαζί με άλλους τσιγγάνους να φορτώνουν   σε ένα  αγροτικό  σακούλες με παλιοσίδερα και  κουτάκια τσίγκινα από  αναψυκτικά
Μερικές στιγμές αργότερα εμφανίστηκαν και τα άλλα παιδιά απ το Νικαράγουα
-Τι κάνουμε εδώ αφεντικό; ρώτησε ο Φάντομ τον Λευτέρη
-Δεν  είπαμε κομμένη τα  αφεντικό; Σε λίγο  θα μαστε όλοι ίσοι  αφεντικό θα με  φωνάζεις;
-Η συνήθεια αφ...Λευτέρη, η συνήθεια...και να σου πω . Μπροστά στην Δήμητρα μην με  φωνάζεις ρε  συ;
-Γιατί;
-Τι γιατί;
-Παίζει  φάση με την Δήμητρα ρε;
-Καλά όλοι το   χουν καταλάβει  εσύ τίποτα;
-Έλα ρε;
-Ναι
Αυτή το ξέρει;  ρώτησε ο Λευτέρης και έσκασε  στα γέλια με τον Φάντομ να στραβομουτσουνιάζει
-Μην  το πειράζεις το παιδί ρε, παρενέβη ο Γκάς
-Ποιον; Αυτόν; ρώτησε ο Λευτέρης και  άρπαξε με το  χέρι του  το κεφάλι  του  Φάντομ και τοι "κλείδωσε" μέσα στο μπράτσο  του, αυτόν ρε τον αγαπώ πιο πολύ και από παιδί μου
-Αφού δεν έχεις παιδιά  ρε, φώναξε ο Φάντομ καθώς πνιγόταν
-Αν είχα;

Ο Αθηνόδωρος άφησε  το φόρτωμα για λίγο και τράβηξε προς τους συναδέλφους του  απ το Νικαράγουα
-Τι κάνετε παιδιά; τους ρώτησε
-Εμείς καλά είμαστε, είπε η Σούλα , εσύ τι έπαθες και μας κουβάλησες στον μαχαλά μέσα στα άγρια μεσάνυχτα;
-Χαράματα, αν δεις  ο ήλιος  βγαίνει σε  λίγο Σούλα, απάντησε ο  Αθηνόδωρος
Ήθελα να σας  δείξω  κάτι. 
Προχθές στην κουβέντα που κάναμε  για την κολλεκτίβα  είπατε πως  πλέον δεν  θα χουμε μισθό όπως τώρα αλλά  μοιρασιά στα κέρδη
-Έτσι είπαμε Αθηνόδωρε, είπε ο Λευτέρης , και αυτό είναι  το  δίκαιο αφού  το μαγαζί θα ανήκει σε όλους μας  θα  χουμε μερτικό ίσο και στις χαρές και στις λύπες
-Είναι  δίκαιο  Λευτέρη; Εμένα  με  συμφέρει κάτι τέτοιο; Εσεις οι  υπόλοιποι τι λέτε;
Σαν πρώτο όνομα που είμαι φέρνω τα πιο πολλά και παίρνω τα πιο πολλά
Αν αυτό αλλάξει  εμένα  τα λεφτά που θα βάζω στην τσέπη  θα  ελαττωθούν
-Που το πας Αθηνόδωρε;  ρώτησε η Ζέτα υποψιασμένη
-Πριν  παρεξηγήσετε όσα λέω ακούστε με
Με τα  λεφτά που βγάζω ξέρετε  τι θα μπορούσα να αγοράσω  έτσι;  Κι όμως έχετε δει πως μένω  σε ένα μικρό παλιό διαμέρισμα και όχι σε βίλλα
Όποτε είχε κάποιος  από εσάς  ανάγκη  βοήθησα, έτσι
Όταν το μαγαζί είχε μερικές αναποδιές έβαλα πλάτη και έχωσα απ τις  καβάτζες μου για να μην  χάσετε το μεροκάματο σας
Όλα αυτά γίνανε επειδή πάιρνω το μεροκάματο που παίρνω.
-΄΄Έχεις δίκιο σε όσα λες, απάντησε ο Λευτέρης, όμως τώρα δεν γίνεται να  είμαστε όλοι ίσοι και  κάποιος να παίρνει περισσότερα ή λιγότερα απ τους άλλους
-Τις ανάγκες  αυτού που θα πάρει λιγότερα απ τους άλλους  θα τις καλύψει η κολλεκτίβα;
Κοιτάξτε τριγύρω
Εδώ  μένουν οι άνθρωποι  μου. Το κράτος τους έδωσε αυτό τον χώρο  ανάμεσα στην χωματερή και τον βάλτο. 
Τους  στοιβάξανε σε παραπήγματα  μέσα στις λάσπες και τους είπαν ζήστε
Το μεγαλύτερο μέρος απ τα λεφτά που βγάζω πάνε  για τις ανάγκες αυτών των ανθρώπων
Ξέρετε τι  μέσο όορο ζωής  έχει ο κόσμος εδώ;
50 χρόνια
Και στα 50 φτάνουν αν δεν προλάβει να τους  βρει καμιά σφαίρα της αστυνομίας 
Προσπαθούν όμως και σε αυτή την προσπάθεια τους  εγώ βοηθούσα και με τα χέρια μου και με  τα λεφτά μου
Και μην πεί κανείς το κλασσικό " γιατί εμείς δεν έχουμε ανάγκες"; 
Όλοι έχετε και  το καταλαβαίνω όμως  δεν ζείτε την ζωή που ζει ο κόσμος εδώ
Αν γίνουμε κολλεκτίβα  εμένα θα  μειωθεί το μεροκάματο μου και  εδώ θα μειωθεί η βοήθεια που  δίνω
Από μπροστά τους περνούσε ένα πιτσιρίκι
Ο Γκας το σταμάτησε
-Μπόμπιρα πως σε  λένε;
-Παναγή
-Τι θες να γίνεις όταν μεγαλώσεις Παναγή;
-Αυτό που θέλω  δεν μπορεί να γίνει
-Πες ντε τι θες να γίνεις;
-Γιατρός , να  κάνω καλά  τους ανθρώπους
-Και γιατί δεν μπορεί να  γίνει  ματάκια μου;
-Βλέπεις  θείο κάναν σχολείο εδώ για να πάω;
Ο  Γκας του  χάιδεψε το κεφάλι και άφησε τον μπόμπιρα να φύγει
Μετά κοίταξε τον  Αθηνόδωρο
-Τους  είχες μιλήσει για όλο αυτό  εδώ το πράμα τόσο καιρό; τον  ρώτησε
-Όχι. Δεν είχα λόγο να φορτώσω  στα αδέρφια μου  τα δικά μου προβλήματα, απάντησε ο τσιγγάνος
Τώρα όμως...
-Τώρα όμως εγώ μια  λύση  βλέπω, είπε ο Γκας,για να μην  το κουράζουμε  πάρα πολύ με συζητήσεις που  ο καθένας  λέει την γνώμη του αλλά δεν  λέει τίποτα στην ουσία
Αποφασίζουμε εδώ και τώρα, το Νικαράγουα να  βάζει στην άκρη ένα   ποσό για  τον καταυλισμό αλλά και για  όποιον άλλον  αποκλεισμένο  χρειαστεί  βοήθεια
Ο Αθηνόδωρος πήρε μια βαθιά ανάσα
-Πραγματικά θα το κάνετε αυτό; ρώτησε
-Εσύ πάλι θα χεις μειωμένο μπάτζετ σε σχέση με σήμερα  αδερφέ, του πε ο Λευτέρης, είσαι  εντάξει με αυτό;
-Έχω μάθει να  ζω με λίγα,  γεννήθηκα με λίγα, συνεχίζω με τα λίγα . 
-Τότε  αν συμφωνούν όλοι δεν θα αφήσουμε  χωρίς  βοήθεια τον μαχαλά
Όλα  τα παιδιά συμφώνησαν
Ο Αθηνόδωρος  σταύρωσε τα χέρια  και τους είπε
-Σας ευχαριστώ παιδιά
Ο Λευτέρης τον πλησίασε και αγκαλιαστήκανε
-Όταν λέμε  πως είμαστε αδέρφια Αθηνόδωρε, το εννοούμε.Γιατί  τόσο καιρό  δεν μου είπες πως βοηθάς εδώ πέρα;
-Σου είπα, δεν ήθελα να σας φορτώσω με τα  δικά μου προβλήματα. Είχατε και σεις τα δικά σας
Ο  Γκας τους πλησίασε
-Όλα εντάξει; ρώτησε
Ο Αθηνόδωρος τον κοίταξε
-Η αλήθεια είναι  πως  δεν σε νιώθω σαν αδερφό μου όπως τα παιδιά και δεν σε εμπιστεύτηκα στην αρχή. Ούτε τώρα σε εμπιστεύομαι  αλλά εκτίμησα πολύ αυτό που έκανες σήμερα.
-Δεν έκανα τίποτα άλλο απ το να  μιλήσω με την  φωνή της λογικής και να βρούμε μια  πρακτική λύση. Εσείς  , η φυλή σου  , με μάθατε  να σκέφτομαι  έτσι
-Οι δικοί μου;
-Στη φυλακή. Ξες ότι και να  χει κάνει κάποιος έξω  στην φυλακή  γίνεται  άλλος άνθρωπος. Εκεί  φαίνεται  ο αληθινά καλός και ξεχωρίζει με τον αληθινά  ρουφιάνο
Εγώ  νταλαβερίστηκα με  δικούς σας
Και έμαθα κατά  κάποιον τρόπο, με εκπαίδευσαν   θέλοντας και μη να  σκέφτομαι πρακτικά και  γρήγορα
-Μυστήριο τρένο είσαι Γκας. Πιστεύω αργά ή γρήγορα  θα γίνουμε  φίλοι και αδέρφια
-Θα γίνει αργά , αργά  Αθηνόδωρε. Παρόλο που  είστε γρήγοροι στην επίλυση πρακτικών θεμάτων , στα ζητή


This post first appeared on Το τσικλίκι (Κάγκουρας), please read the originial post: here

Share the post

Νικαράγουα 3

×

Subscribe to Το τσικλίκι (Κάγκουρας)

Get updates delivered right to your inbox!

Thank you for your subscription

×